Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια γνωστή χρόνια πάθηση με κύριο χαρακτηριστικό την αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.
Πρόκειται για μια ασθένεια που συνδέεται με σημαντικό αριθμό βραχυχρόνιων και μακροχρόνιων επιπλοκών, ενώ μέχρι σήμερα δεν υπάρχει μόνιμη θεραπεία, παρά μόνο φαρμακευτικά σχήματα για την καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου και την κατά το δυνατόν αποφυγή ή καθυστέρηση των σχετιζόμενων με τη νόσο προβλημάτων.
Από την άλλη, ο λεγόμενος «προδιαβήτης» είναι μια λιγότερο γνωστή διαταραχή, στην οποία παρατηρείται διαταραγμένη ανοχή
στη γλυκόζη και αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, όχι όμως σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνει διάγνωση σακχαρώδη διαβήτη. Ειδικότερα, ένα άτομο θεωρείται ότι εμφανίζει προδιαβήτη όταν η γλυκόζης νηστείας κυμαίνεται μεταξύ 100-125 mg/dL, η γλυκόζη πλάσματος 2 ωρών στη δοκιμασία ανοχής γλυκόζης είναι
140-199 mg/dL ή η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη 5,7-6,4%.

Ο προδιαβήτης, θα λέγαμε ότι αποτελεί ένα «καμπανάκι κινδύνου» για την ανάπτυξη σακχαρώδη διαβήτη, καθώς εκτιμάται ότι περίπου το 30% των ατόμων με διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη θα εμφανίσουν τη νόσο μέσα στα επόμενα 5 έτη. Ωστόσο, θα πρέπει κανείς να γνωρίζει πως πρόκειται για μια αναστρέψιμη κατάσταση, καθώς σε αντίθεση με το σακχαρώδη διαβήτη, ο προδιαβήτης μπορεί να αντιμετωπιστεί μέσα από αλλαγές στον τρόπο ζωής του ατόμου, ακόμη και χωρίς τη λήψη φαρμάκων.
Πιο συγκεκριμένα, άτομα με προδιαβήτη, θα πρέπει να εστιάσουν στην υιοθέτηση υγιεινών συνηθειών διατροφής και άσκησης. Παράλληλα, σε περιπτώσεις υπέρβαρου ή παχυσαρκίας, η σταδιακή μείωση του βάρους θα πρέπει να τεθεί ως προτεραιότητα, καθώς ερευνητικά δεδομένα δείχνουν πως ακόμη και μικρή απώλεια μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική μείωση του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη.
Επιστημονική Ομάδα neadiatrofis.gr

Πηγή